Samuel Beckett «Όχι εγώ»
Απόλυτο σκοτάδι και ένα στόμα που φωτίζεται, μονολογεί.
Παραληρώντας ανακαλεί κομμάτια και θρύψαλα της ζωής του, προσπαθώντας να καταλάβει…
Το στόμα ανήκει σε μια γυναίκα περίπου 70 χρόνων που δεν μιλούσε.
Υπήρξε ένα παιδί που γεννήθηκε πρόωρα, έκθετο, μεγαλωμένο σε ίδρυμα, χωρίς αγάπη. Μεγάλη πια, μαζεύοντας λουλούδια σ’ ένα λιβάδι, βρίσκεται στο σκοτάδι και ξαφνικά το στόμα της αρχίζει μέσα από ένα καταιγιστικό, χειμαρρώδη παραληρηματικό λόγο, να εξιστορεί ελλειπτικά, θραυσματικά τη ζωή της.
Εναγωνίως, προσπαθεί να κατανοήσει τι είναι αυτό που της συμβαίνει.
Η αρχική της υπόθεση είναι ότι τιμωρείται από τον Θεό αλλά διαπιστώνει ότι δεν υποφέρει. Δεν μπορεί να σκεφτεί γιατί μπορεί να τιμωρείται αλλά δέχεται ότι ο Θεός δεν χρειάζεται έναν «ιδιαίτερο λόγο» για αυτό που κάνει. Πιστεύει ότι έχει κάτι να εξομολογηθεί και πιστεύει ότι εάν ξεπεράσει τα γεγονότα της ζωής της, αυτό θα της αποκαλυφθεί.
Ήταν αρχές του ’80 και ο Κάρολος Κουν ανέβαζε στο Θέατρο Τέχνης, το «Όχι εγώ» του Samuel Beckett.
Το «Στόμα» ήταν η Ρένη Πιττακή.
Την επόμενη χρονιά έδωσα εξετάσεις στην Καλών Τεχνών και πέρασα.
Από τότε, πειραματιζόμενος διαρκώς πάνω σε διευρυμένες χρήσεις υλικών και εικαστικών μετασχηματισμών, και έχοντας σαν πρωτογενές υλικό το προσωπικό βίωμα, πραγματεύομαι το εφήμερο, την ανθρώπινη φύση, την απώλεια. Δημιουργώ ενότητες έργων που υπαινίσσονται και ιχνογραφούν την έννοια άνθρωπος. Έργα που πραγματεύονται τη σωματικότητα σαν έναν χώρο μέσα στον οποίο κατανοείται το Είναι, εντοπίζεται η ανθρώπινη κατάσταση και βρίσκει τη θέση της, μέσα σ’ ένα σύνθετο κόσμο που καθορίζεται απ’ το τυχαίο και τη ρευστότητα.
Π.Χ.