Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1941. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1960-1965) με καθηγητή τον Γιάννη Μόραλη. Το 1970 συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία για δύο χρόνια στην École nationale supérieure des Beaux-Arts του Παρισιού. Το 1989 εκλέχτηκε καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ., όπου διετέλεσε Πρύτανης (2001-2005) και δίδαξε ως το 2008. Εκτός από τη ζωγραφική ασχολείται με τη γλυπτική και τη χαρακτική. Από το 1964 συμμετέχει σε διάφορες καλλιτεχνικές ομάδες με πολιτικό χαρακτήρα («Ομάδα Τέχνης Α» 1960-1967, «Κέντρο Εικαστικών Τεχνών» 1974-1976, «Ομάδα για την Επικοινωνία και την Εκπαίδευση στην Τέχνη» 1976-1981). Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ομάδας «Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές» (1971-1973). Επιπλέον, έχει εκδώσει τα βιβλία «Ημερολόγια ταξίδια» (1994), «Ψευτοδοκίμια» (2000) και «Το χρώμα της σπουδής» (2005) με κείμενά του σχετικά με την τέχνη. Το 1998 εξέδωσε την ποιητική συλλογή με τίτλο «Σπουδή στο μαύρο». Πέθανε το 2022 στην Αθήνα.
Χρόνης Μπότσογλου

Ατομικές εκθέσεις
2023
Η αδιάλλακτη ειλικρίνεια της ενσυναίσθησης •
Αναδρομική έκθεση•
Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης •
Άνδρος•
2018
Σταθμοί •
Γκαλερί Σκουφά•
Αθήνα•
(επιμέλεια: Γιώργος Μυλωνάς)•
2018
Μνήμη ζωγραφική •
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο – Καφέ•
Αθήνα•
(επιμέλεια: Γιώργος Μυλωνάς)•
2016
Απέναντι του βουνού •
Περιοδεύουσα έκθεση•
Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης – Μέγαρο Εϋνάρδου, Αθήνα / 2017 Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης (Βίλα Καπαντζή), Θεσσαλονίκη•
2015
Έξι όνειρα του Γιώργου Βέλτσου και τρεις χαλκογραφίες του Χρόνη Μπότσογλου •
16 Φωκίωνος Νέγρη•
Αθήνα•
2014
Προσωπική Νέκυια •
16 Φωκίωνος Νέγρη•
Αθήνα•
2013
Η αυτοπροσωπογραφία του βουνού •
Γκαλερί Ρωμανού 7•
Θεσσαλονίκη•
2011
Ερωτικά •
16 Φωκίωνος Νέγρη•
Αθήνα•
2010
Xρόνης Μπότσογλου •
Αναδρομική έκθεση•
Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (Κτήριο Ωδείου Αθηνών)•
Αθήνα•
(επιμέλεια: Τίνα Πανδή)•
2009
Τρία πορτρέτα •
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
2009
Του Γιαλού •
Γκαλερί Citronne•
Πόρος•
(επιμέλεια: Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη)•
2008
99 + 1 εικόνες •
Πολυχώρος Μεταίχμιο•
Αθήνα•
2008
Ο Χρόνης Μπότσογλου και ο κόσμος της εμπειρίας •
Πινακοθήκη Κυκλάδων•
Σύρος•
(επιμέλεια: Παναγιώτης Παπαδόπουλος)•
2007
99 Εικόνες •
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
2002
Μια προσωπική Νέκυια (1993-2000). Ένα εικαστικό δοκίμιο για τη μνήμη •
Περιοδεύουσα έκθεση•
Μουσείο Μπενάκη – Κεντρικό Κτήριο (Μουσείο Ελληνικού Πολιτισμού), Αθήνα / 2003 Πύλη Αμμοχώστου Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Λευκωσίας, Λευκωσία / 2003 Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (MOMus – Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης), Θεσσαλονίκη•
2002
Αντίο Ατελιέ •
Μουσείο Φρυσίρα•
Αθήνα•
(επιμέλεια: Άννα Πρίντεζη, Μάρθα Χαλικιά)•
1999
Οι καρποί. Τα πρόσωπα •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
Γλυφάδα•
1998
Σπουδή στη Μοναξιά •
Γκαλερί Ζουμπουλάκη•
Αθήνα•
1994
Χάι-Κου. Εικονογράφηση •
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
1994
Ημερολόγια. Τα Πρόσωπα •
Αίθουσα Τέχνης «αγκάθι – κartάλος»•
Αθήνα•
1993
Επαγγέλματα – Ημερολόγια •
Γκαλερί Πολύεδρο•
Πάτρα•
1993
Η Γυναίκα της Ζάκυθος •
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
1992
Ιστορίες του Καθημερινού Καθρέφτη •
Βιβλιοπωλείο Παρατηρητής•
Θεσσαλονίκη•
1992
Γκαλερί Ζουμπουλάκη•
Αθήνα•
1992
Γκαλερί της Έρσης•
Αθήνα•
1991
Αίθουσα Τέχνης Αστρολάβος•
Πειραιάς•
1991
Τρία πορτρέτα •
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
1991
Αναδρομική έκθεση•
Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο•
Θεσσαλονίκη•
(επιμέλεια: Μιλτιάδης Παπανικολάου)•
1991
Το Πρόσωπο της Ελίζας •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
Γλυφάδα•
1988
Βελλίδειο ΄Ιδρυμα•
Θεσσαλονίκη•
1988
Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου (Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης)•
Ρόδος•
1988
Σελίδες Ημερολογίου •
Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα•
Αθήνα•
1987
Αίθουσα Τέχνης Πρίσμα•
Ρόδος•
1987
Πάρεργα •
Γκαλερί Χρυσόθεμις•
Χαλάνδρι•
1986
Αναδρομική έκθεση•
Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου (Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης)•
Ρόδος•
1985
Galerie 3•
Αθήνα•
1985
Αίθουσα Τέχνης Αθηνών•
Αθήνα•
1984
Αίθουσα Τέχνης Ηρακλείου•
Ηράκλειο•
1983
Υδατογραφίες 1961-1964 •
Αίθουσα Τέχνης Υάκινθος•
Κηφισιά•
1981
Γκαλερί Κοχλίας•
Θεσσαλονίκη•
1980
Αίθουσα Γκαζέτ•
Αθήνα•
1980
Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα•
Αθήνα•
1978
Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα•
Αθήνα•
1977
Γκαλερί Κοχλίας•
Θεσσαλονίκη•
1975
Κέντρο Εικαστικών Τεχνών•
Αθήνα•
1972
Cité Internationale•
Παρίσι•
1970
Αίθουσα Τέχνης Αθηνών – Χίλτον (Αίθουσα Τέχνης Αθηνών)•
Αθήνα•
1970
Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη»•
Θεσσαλονίκη•
1964
Κέντρο Τεχνολογικών Εφαρμογών•
Αθήνα•
2023
2018
2018
2016
2015
2014
2013
2011
2010
2009
2009
2008
2008
2007
2002
2002
1999
1998
1994
1994
1993
1993
1992
1992
1992
1991
1991
1991
1991
1988
1988
1988
1987
1987
1986
1985
1985
1984
1983
1981
1980
1980
1978
1977
1975
1972
1970
1970
1964
Κείμενο
Χρόνης Μπότσογλου: Παιδείας Διάλογος
Τα έργα του Χρόνη Μπότσογλου που ανήκουν στη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου δημιουργήθηκαν μετά το 1990, αντιπροσωπεύουν δηλαδή την πιο πρόσφατη περίοδο της εργασίας του ζωγράφου. Το κορυφαίο έργο αυτής της περιόδου είναι αναμφισβήτητα η μεγάλη πολύπτυχη σύνθεση με τίτλο «Προσωπική Νέκυια» (1993-2000), που εκτέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τη Λευκωσία. Αποτελείται από 26 πίνακες, οι οποίοι διατάσσονται στον χώρο με συγκεκριμένη σειρά, σχηματίζοντας κύκλο γύρω από τον θεατή. Οι περισσότεροι είναι ολόσωμες προσωπογραφίες σε μέγεθος λίγο μικρότερο από το φυσικό και εικονίζουν συγγενείς ή φίλους του ζωγράφου, που έχουν φύγει από τη ζωή. Ο τίτλος είναι εμπνευσμένος από τη ραψωδία λ’ της Οδύσσειας και δηλώνει μια τελετή «νεκρομαντείας», μια συνομιλία με τους νεκρούς στον Άδη. Πρόκειται για ένα έργο-σταθμό στην πορεία του καλλιτέχνη, το οποίο, με τη συντριπτική του παρουσία, καθορίζει αναγκαστικά τον τρόπο προσέγγισης του συνόλου των έργων του που βρίσκονται στη Συλλογή, όχι μόνο όσων ανήκουν στην περίοδο που ο Μπότσογλου ονομάζει «δεκαετία της “Νέκυιας”», αλλά και εκείνων που ζωγραφίστηκαν μετά το 2000 και εγκαινιάζουν εμφανώς μια νέα φάση της δουλειάς του. Τα τελευταία, με τον γενικό τίτλο «Αναφορές», είναι «φανταστικές» προσωπογραφίες συγκεκριμένων καλλιτεχνών του 19ου και του 20ού αιώνα (Van Gogh, Μπουζιάνης, Giacometti, Bacon), οι οποίοι, όπως λέει ο ζωγράφος, «έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εικαστικής του συνείδησης». Η σειρά ολοκληρώθηκε πρόσφατα και δεν έχει ακόμα εκτεθεί ολόκληρη.
Ο Μπότσογλου συνηθίζει να παρουσιάζει τα έργα του σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ενότητες, οι οποίες άλλοτε διαδέχονται η μια την άλλη και μοιάζουν να εικονογραφούν τις εξελικτικές φάσεις του εικαστικού του προβληματισμού, άλλοτε δουλεύονται παράλληλα και αναπτύσσονται με πιο ανεξάρτητους ρυθμούς. Κατά καιρούς, στο περιθώριο της κυρίως ζωγραφικής του, επιτρέπει στον εαυτό του να ασχοληθεί και με κάποια «πάρεργα», εικονογραφήσεις, μικρά σχέδια, ακουαρέλες, γλυπτά ή κατασκευές, που συμπληρώνουν τη γενικότερη εικόνα του έργου του, χωρίς να εντάσσονται απαραίτητα στις θεματικές ενότητες των αντίστοιχων περιόδων. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για τα πορτρέτα που ζωγραφίζει εδώ και πολλά χρόνια. Στη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου, εκτός από τη Νέκυια, που αποτελεί από μόνη της μια σημαντικότατη ενότητα, υπάρχουν δείγματα από δύο ακόμα μεγάλες ενότητες: τις Αναφορές, που σημειώσαμε παραπάνω, και τα Ερωτικά, μια σειρά που ξεκίνησε λίγο πριν από τη «Νέκυια» και απασχόλησε το ζωγράφο περίπου για μια εικοσαετία. Υπάρχουν επίσης εικονογραφήσεις, κατασκευές και πορτρέτα.
Τα πορτρέτα είναι η παλιότερη και διαρκέστερη κατηγορία ζωγραφικών έργων του Μπότσογλου, η οποία αντανακλά άμεσα τον κατεξοχήν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της τέχνης του. Ανέκαθεν τον απασχολούσε η συγκρότηση της ανθρώπινης μορφής, το πρόσωπο και το σώμα του μοντέλου και η σχέση όλων αυτών με τον χώρο, όπως μαρτυρούν οι πολυάριθμες αυτοπροσωπογραφίες του και οι αναγνωρίσιμες φυσιογνωμίες ζωντανών ανθρώπων, που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωγραφικής του, από τις πρώτες του εμφανίσεις κατά τη δεκαετία του 1960 έως σήμερα. Η προσέγγιση του συνολικού του έργου, αλλά και κάθε περιόδου ξεχωριστά, μπορεί κάλλιστα να ξεκινήσει από κάποια πορτρέτα οικείων του προσώπων (ή του εαυτού του) και, σταδιακά, να επεκταθεί στις άλλες παραμέτρους που σχετίζονται με την περαιτέρω επεξεργασία των εικόνων και των νοημάτων. Αυτό μπορεί να εφαρμοστεί και στα έργα της Συλλογής Σωτήρη Φέλιου, τα οποία μάλιστα, ως σύνολο, συνδέονται με μια σημαντική καμπή στην προσωπογραφική δραστηριότητα του καλλιτέχνη, κυρίως ως προς τη σχέση του με το μοντέλο. Τα πρόσωπα που ζωγραφίζονται ερήμην των μοντέλων τους, όπως στη «Νέκυια» και στις «Αναφορές», διαφοροποιούνται από τα «κανονικά» πορτρέτα, τα οποία προϋποθέτουν την άμεση παρατήρηση του ζωντανού μοντέλου. Διαφοροποιείται επίσης η στάση του ζωγράφου απέναντι στο θέμα του. Ένα πορτρέτο μικρού κοριτσιού δεν μπορεί να έχει την ίδια αντιμετώπιση με την προσωπογραφία ενός προγόνου. Όταν ο εικονιζόμενος έχει φύγει από τη ζωή, η εικόνα του παραπέμπει κατά κανόνα στο παρελθόν (ή στο παρόν) του ίδιου του καλλιτέχνη, στις μνήμες και τις καταβολές του, στον ψυχισμό του, σε στοιχεία της δικής του ταυτότητας, κρυμμένα στις ταυτότητες των μοντέλων του. Η απουσία του μοντέλου εντείνει το πολύπλοκο παιχνίδι των ταυτοτήτων, παλαιότατο χαρακτηριστικό της ανθρωποκεντρικής τέχνης, προπάντων της προσωπογραφίας.
Προεκτάσεις ή παραλλαγές αυτού του παιχνιδιού ανιχνεύονται από παλιά σε όλο το έργο του Μπότσογλου, όχι μόνο στο προσωπογραφικό. Οι θεματικές ή εικαστικές του επιλογές υπαγορεύονται από την ανάγκη να εξερευνήσει τις σχέσεις του με πρόσωπα και πράγματα, με τον εαυτό του, την τέχνη του, τα αισθήματα και την ιστορία του. Η εξερεύνηση είναι μια περιπετειώδης διαδικασία αυτογνωσίας που, με το πέρασμα του χρόνου, φέρνει τον καλλιτέχνη όλο και πιο κοντά στα σκοτεινά σημεία της ύπαρξης, στη μοναξιά, τον φόβο, τα αναπάντητα ερωτήματα για τον έρωτα και τον θάνατο. Σε τέτοιες στιγμές, οι εμπειρίες του παρελθόντος, ανθρώπινες και καλλιτεχνικές, συσσωρεύονται πιεστικά στον χώρο της μνήμης και αναζητούν διέξοδο, για να αποκτήσουν είτε νόημα είτε απλώς μορφή. Στα «Ερωτικά», ας πούμε, η εικαστική μορφοπλασία ζευγαρώνει με το βίωμα, σε μια πολυδιάστατη ανατομία των αισθήσεων που συμμετέχουν στον έρωτα. Τα νοήματα δεν αναδύονται από τις εικονιζόμενες σκηνές, αλλά από το γεγονός της αναπαράστασής τους και από την ποικιλία των τεχνικών και εκφραστικών μέσων που επιστρατεύονται για να διευρύνουν τις αναπαραστατικές δυνατότητες. Εδώ, ο εικαστικός λόγος του ζωγράφου, παραμένοντας σε πρώτο πρόσωπο, διαχέεται στην πολλαπλότητα της περιγραφής. Αλλού, κατασταλάζει σε μια προσωποποίηση που εμπεριέχει την περιπέτεια της διαδρομής –όπως στις «Αναφορές»– ή συμπυκνώνεται σε επιγραμματικές διατυπώσεις όπως στις μικρές «αφαιρετικές» εικονογραφήσεις των «Χαϊκού για τη βροχή, το χιόνι, τον άνεμο, τον ήλιο, το φεγγάρι», ενός βιβλίου με γιαπωνέζικα τρίστιχα σε μετάφραση του Μισέλ Φάις, που κυκλοφόρησε το 1994. Κάθε ενότητα λειτουργεί σαν ένα διαφορετικό πεδίο διαλόγου, σαν ένας διαφορετικός καθρέφτης που φωτίζει κάτι από το πρόσωπο του καλλιτέχνη, απαντώντας αποσπασματικά στα ερωτήματά του.
Κάπως έτσι δούλευε πάντα ο Μπότσογλου. Γι’ αυτό είναι θεμιτό να μιλάει κανείς για «εξέλιξη» στο έργο του, για διαδοχικές φάσεις που συνδέονται μεταξύ τους και οδηγούν σε όλο και πιο σύνθετες διατυπώσεις. Δεν έχει σημασία αν ζωγραφίζει «εκ του φυσικού» ή από μνήμης, ούτε αν εκφράζεται με ρεαλιστικούς ή εξπρεσιονιστικούς τρόπους. Οι τεχνοτροπικές ή άλλες αλλαγές που παρατηρούνται στη διάρκεια της πορείας του, προέρχονται από τις εκάστοτε αναγκαιότητες και, με τον καιρό, ενσωματώνονται σε μια ενιαία εξελικτική διαδικασία, που παραμένει ανοικτή έως σήμερα. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, τα έργα που ζωγράφισε ο καλλιτέχνης τα τελευταία είκοσι χρόνια δεν θα έπρεπε, ίσως, να θεωρούνται ως καρποί μιας γενικόλογης «ωριμότητας», αλλά μιας μακρόχρονης και συνεχιζόμενης εξέλιξης.
Μάρθα-Έλλη Χριστοφόγλου