Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1998-2004) με καθηγητή τον Δημήτρη Μυταρά και Νωπογραφία-Tεχνική των φορητών εικόνων. Την περίοδο 2011-2012 δίδαξε ζωγραφική στην Archimedean Academy στο Miami των Η.Π.Α. Έχει εργαστεί ως σκηνογράφος και storyboard artist σε διαφημιστικές, τηλεοπτικές και κινηματογραφικές παραγωγές (Stefi Productions, Boo Productions, Rigas Films). Δημιούργησε τα σκηνικά για την παράσταση «Mauser σπαράγματα, Heiner Muller» που παρουσιάστηκε στο Ωδείο Αθηνών (2015) και στο θέατρο της Α.Σ.Κ.Τ (2016-2017). Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία και στις Η.Π.Α.. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Νίκος Κυριακόπουλος
'Εργα
Ατομικές εκθέσεις
2023
Linocut Prints •
Βιβλιοπωλείο Λεμόνι•
Αθήνα•
2022
The Drawing Project – Works On Paper – Complete Series •
16 Φωκίωνος Νέγρη•
Αθήνα•
2018
Ζωγραφική •
Evripides Art Gallery•
Αθήνα•
2013
Αίθουσα Τέχνης Καπλανών 5•
Αθήνα•
2009
Αίθουσα Τέχνης Γαβράς•
Αθήνα•
2006
Αίθουσα Τέχνης Γαβράς•
Αθήνα•
2004
Γκαλερί Χρυσόθεμις•
Αθήνα•
2023
2022
2018
2013
2009
2006
2004
Κείμενο
Δεν με ενδιαφέρει η τέχνη για την τέχνη
Τι σε εμπνέει στη ζωγραφική σου;
Με εμπνέει η ζωή, η ποίηση που υπάρχει στην καθημερινότητα. Ο ήλιος που φωτίζει τα βράχια δίπλα στη θάλασσα και τα τσιμέντα της πόλης, το αέναο της κίνησης της θάλασσας. Οι άνθρωποι, η ρουτίνα και τα πάθη τους. Οι ξέγνοιαστες στιγμές τους, οι απροσποίητες, αλλά και οι έγνοιες που τους σημαδεύουν.
Ποιο είναι το ζητούμενο στη ζωγραφική, κατά την άποψή σου;
Μου είναι δυσκολότερο να σου πω πράγματα για τη δική μου ζωγραφική και ευκολότερο για το πλαίσιο στο οποίο κινείται. Η ετυμολογία της λέξης «ζωγραφική» είναι «ο γράφων τη ζωή». Σε πρώτη φάση υπερασπίζομαι την εικόνα, δηλαδή με ενδιαφέρει πάντα το έργο κάτι να δείχνει. Γνωρίζω ότι η ζωγραφική είναι σύνθεση σχημάτων, χρωμάτων, τόνων. Από μόνα τους, δε μου λένε τίποτα. Υπάρχουν στη φύση και είναι εξαιρετικά. Πού μπαίνει ο άνθρωπος είναι το ζητούμενο και πώς τα οργανώνει με τη λογική, το συναίσθημα και το ένστικτο. Δε με ενδιαφέρει η τέχνη για την τέχνη. Θέλω τα έργα μου να δημιουργούν συναισθήματα στους ανθρώπους, είτε είναι ειδικοί είτε όχι.
Αυτό κρύβει παγίδες;
Η μεγάλη τέχνη τις απέφυγε πάντα. Η αρτιότητα των μεγάλων καλλιτεχνών της αρχαίας Ελλάδας για παράδειγμα, επιτρέπει σε όλους να δουν κάτι, χωρίς όμως ποτέ να γίνεται περιγραφική. Άλλος βλέπει τη δύναμη, το κάλλος ενός θεού και άλλος βλέπει σχέσεις, αναλογία, μαστοριά. Πράγμα που δε συμβαίνει πάντα στη μοντέρνα τέχνη, π.χ. στον Καντίνσκι. Γι’ αυτό και ο Φειδίας είναι καλύτερος από τον Καντίνσκι.
Γιατί;
Επειδή, μιλώντας με καθαρούς όρους της τέχνης, ο Φειδίας ταιριάζει τα πράγματα καλύτερα. Είναι πιο σχεδιασμένος, πιο συνθεμένος, οι τόνοι του είναι πιο σωστοί. Οι επιφάνειες που επιλέγει να κόψει είναι πιο εύστοχα κομμένες απ’ ό,τι στον Καντίνσκι. Κι επιπλέον, επειδή φτάνει το πράγμα στο απόλυτο, ο Φειδίας μέσα από την τέχνη του μιλάει σε όλους.
Οι όροι της τέχνης, όμως, δεν αλλάζουν ανάλογα με την εποχή;
Αλλάζουν. Ανάλογα με την εποχή. Αλλά πάντα υπάρχει κάτι που είναι το ίδιο. Ο πολιτισμός των Αζτέκων δίπλα στα έργα των ιμπρεσιονιστών και αυτά τα δύο δίπλα στις τοιχογραφίες του Μυστρά μοιάζουν να έχουν γίνει με εντελώς άλλους κανόνες, διαφέρουν ο χρόνος, ο τόπος, ο άνθρωπος και οι συνθήκες εν γένει. Υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, όμως, που λέγεται «τέχνη». Δεν έχω να σου πω κάτι παραπάνω γι’ αυτό. Ο Πικάσο έλεγε: «Αν ήξερα τι είναι τέχνη, θα φρόντιζα να σας το πω!» (γέλια). Την τέχνη δεν την περιγράφεις με λόγια, αλλά δεν είναι και κάτι το αφηρημένο. Όπως οι μεγαλύτερες αλήθειες στη ζωή, έτσι και στην τέχνη, δεν λέγονται με λόγια.
Το να διαβάζει κάποιος την ιστορία πίσω από έναν ζωγράφο ή από έναν πίνακα τον βοηθά να καταλάβει καλύτερα το έργο;
Όχι, δε βοηθά να καταλάβει κανείς το έργο. Εκεί που βοηθά το θεωρητικό κομμάτι είναι στο να αντλήσει το κοινό πληροφορίες και οι μελετητές να τοποθετήσουν τον ζωγράφο και το έργο του στις συνθήκες της κάθε εποχής. Οι λεπτομέρειες, για τη ζωή ή το περιβάλλον ενός καλλιτέχνη, κατά τη γνώμη μου, δε μας βοηθάνε να προσεγγίσουμε το έργο του.
Οι κριτικοί τέχνης εκφράζουν την άποψή τους, ωστόσο πολλές φορές καθοδηγούν. Και η ερώτησή μου είναι: Οι άνθρωποι αυτοί προωθούν την τέχνη;
Στα πλαίσια της εμπορικής εκμετάλλευσης, που είναι ένα πράγμα που δεν σχετίζεται με τη ζωγραφική ποιότητα πάντα, οι κριτικοί παίζουν ένα ρόλο. Υπήρξαν άνθρωποι που ασκούσαν κριτική δίχως κατ’ανάγκη να φέρουν τον τίτλο και ήταν σε διαφορετικό βαθμό καλλιεργημένοι, αλλά είχαν αυτό το «κάτι» που τους επέτρεπε να αντιλαμβάνονται πολλά. Τέτοιοι ήταν ο Ράσκιν, ο Μποντλέρ, ο Ντέιβιντ Σιλβέστερ και ο Τεριάντ, ο οποίος με το περιοδικό «Μινώταυρος» επηρέασε όλο τον κόσμο. Πιστεύω ότι, στις μέρες μας, οι περισσότεροι κριτικοί ακολουθούν τον κανόνα και κάνουν κριτική εκ του ασφαλούς. Γράφουν δηλαδή όταν έχουν κάτι καλό να πουν. Μιλώντας συνολικά για τους κριτικούς τέχνης, δε μπορώ να πω ότι είναι καλοί ή κακοί. Λέω ότι είναι καλοί όταν η γνώμη τους είναι αμερόληπτη και ταυτόχρονα σωστή. Όταν είναι αδύναμοι και ακολουθούν το επίσημο ρεύμα, τότε δεν με ενδιαφέρουν. Μιλώντας για κριτική, θέλω να αναφέρω τον Νίκο Χατζηνικολάου, ο οποίος βέβαια είναι ιστορικός τέχνης. Έχει γράψει ένα μικρό βιβλίο μέσα από το οποίο ασκεί δριμεία κριτική στην ταινία του Σμαραγδή «Ελ Γκρέκο». Τον αναφέρω σαν φωτεινό παράδειγμα ανθρώπου που λέει την άποψή του ελεύθερα, παίρνει θέση. Σήμερα έχει ουσιαστικά χαθεί η κριτική. Κανείς δεν έχει τα κότσια να ανοίξει διάλογο. Με ενδιαφέρουν εκείνοι που παίρνουν θέση απέναντι στα πράγματα.