Γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης το 1953. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με καθηγητή τον Δημοσθένη Κοκκινίδη (1979-1984). Το 1994 μαζί με τον Μάριο Σπηλιόπουλο, τον Αντώνη Μιχαηλίδη, τη Βίκυ Τσαλαματά και τον Εδουάρδο Σακαγιάν κέρδισαν το βραβείο καλύτερου Εθνικού Περιπτέρου στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας. Από το 1987 διδάσκει ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και το 2014 εξελέγη τακτικός καθηγητής. Έργα του βρίσκονται σε σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Μιχάλης Μανουσάκης
'Εργα
Για την τέχνη και για την τέχνη του: Μιχάλης Μανουσάκης
Ο ζωγράφος Μιχάλης Μανουσάκης διαβάζει με ποιητική διάθεση ένα μικρό κείμενό του, χαρακτηρίζοντας τη ματιά του Σωτήρη Φέλιου ερωτική και ανθρώπινη. Σχολιάζει το έργο του Χωρίς τίτλο όπου αποδίδεται η υπαρξιακή διάσταση της ανθρώπινης μορφής και ο κόσμος ως μνήμη. Επισημαίνoντας, τέλος, τη λειτουργία της τέχνης σαν πρωτογενή ανάγκη του ανθρώπου για επικοινωνία, υπογραμμίζει την επιδίωξή του να επαναπροσδιορίζει τον κόσμο και τον άνθρωπο μέσα από τα έργα του.
Ατομικές εκθέσεις
2020
Τόποι Αλμύρας σε Χρόνους Εσπέρας •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
Αθήνα•
2017
Τα μακριά της μαλλιά σκιάς αεράκι •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
Αθήνα•
2016
Εφορεία Αρχαιοτήτων Χανίων•
Πλ. Σπλάντζιας Τούρκικη Κρίνη «Σπλάντζια», Χανιά•
2016
Ήρωες στα σκουπίδια •
Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών•
Αθήνα•
2015
Γεννηθείς εν Χανίοις 1953 •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
2012
Ένα Μέτρο •
Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης•
Αθήνα•
2011
Ο χώρος του χρόνου •
Αναδρομική έκθεση•
Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων•
Χανιά•
2010
Άγνωστος ακόμη παραμένει ο λόγος •
Γκαλερί Αποκάλυψη•
Λευκωσία•
2008
Μιχάλης Μανουσάκης 2003-2008 •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
Αθήνα•
2008
Γκαλερί Citronne•
Πόρος•
2007
Χρόνος Παρακείμενος •
Σχολείο Φαλατάδου•
Τήνος•
2006
Artforum Gallery•
Θεσσαλονίκη•
2006
Γκαλερί C.K.•
Λευκωσία•
2006
Γκαλερί Νέες Μορφές•
Αθήνα•
2002
Artforum Gallery•
Θεσσαλονίκη•
2001
Rossi and Rossi Gallery•
Λονδίνο•
2001
Γκαλερί Ζουμπουλάκη•
Αθήνα•
2000
Γκαλερί Opus•
Αθήνα•
1998
Γκαλερί Ζουμπουλάκη•
Αθήνα•
1996
Artforum Gallery•
Θεσσαλονίκη•
1995
Titanium Gallery (Titanium Yiayiannos Gallery)•
Αθήνα•
1993
Europ Art•
Γενεύη•
1992
Titanium Gallery (Titanium Yiayiannos Gallery)•
Αθήνα•
1990
Αίθουσα Tέχνης B. Mυλωνογιάννη•
Χανιά•
1989
Titanium Gallery (Titanium Yiayiannos Gallery)•
Αθήνα•
1986
Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο Ώρα•
Αθήνα•
1979
Γκαλερί Διαγώνιος•
Θεσσαλονίκη•
2020
2017
2016
2016
2015
2012
2011
2010
2008
2008
2007
2006
2006
2006
2002
2001
2001
2000
1998
1996
1995
1993
1992
1990
1989
1986
1979
Κείμενο
Τα αινίγματα της όρασης
Παραδεχόμαστε εύκολα την πραγματικότητα,
ίσως επειδή αισθανόμαστε ότι τίποτα δεν είναι αληθινό.
Jorge Luis Borges, «Ο Αθάνατος»
Επικίνδυνες ισορροπίες, γόρδιοι δεσμοί, καταστάσεις που δεν μπορούν να υπάρχουν, παράδοξες γεωμετρίες: Μια γυναίκα κρατάει (ή μήπως σπρώχνει) ένα δέντρο που γέρνει ενώ ένας σπάγκος το συγκρατεί (;) να μην πέσει. Οι πετονιές δύο ψαράδων συναντώνται σε μια καθαρή γωνία. Οπτικές απάτες. Κατασκευή αινιγμάτων. Ναι, αλλά και ένα φιλοσοφικό σχόλιο πάνω στο γεγονός (;) ότι όλος ο κόσμος είναι ένα πράγμα. Τόσο ίδιο ώστε η αναπαράσταση στην τέχνη (ή αλλού) να μοιάζει γελοίο ή περιττό πράγμα. Ο καλλιτέχνης ως μικρός Θεός που δεν παρατηρεί τον εξωτερικό κόσμο αλλά δημιουργεί ένα δικό του σύστημα, αυτόνομο απ’ οτιδήποτε άλλο εκτός ίσως από τον κόσμο της σκέψης. Ο Μανουσάκης όμως πάνω από εννοιακός διαμορφωτής καταστάσεων παραμένει ζωγράφος με πίστη στο υλικό αλλά και τη σημασία του πρωτοτύπου. Σε μια εποχή που η μηχανική αναπαραγωγή θα έπρεπε να καθορίζει την αντίληψή μας για την τέχνη, όπως έγραφε ο Walter Benjamin, έχουμε μια σπάνια εξαίρεση όπου η σημασία βρίσκεται στην επαφή με το πρωτότυπο. Γιατί εκεί ο θεατής θα παραξενευτεί με το φάγωμα και την αποκάλυψη του ξύλου, τα ίχνη του κάρβουνου πάνω στο ελαιόχρωμα, το κοντράστ υλικών και χρωμάτων. Σκαλίζει το ξύλο της βάσης του πίνακα σαν να είναι ανθρώπινη σάρκα και, βγάζοντας την επιδερμίδα του, το απογυμνώνει. Το καθαρό χρώμα όταν εμφανίζεται, έντονο, μοιάζει με ξένο σώμα στον κορμό της μανουσακικής πραγματικότητας, η οποία δομείται συνήθως σε γαιώδεις μελαγχολικές αποχρώσεις. Η πολύχρονη εμμονή του καλλιτέχνη με τα τσίγκινα, κυρίως, παιχνίδια, μια πολύχρωμη μικρογλυπτική, δείχνει να περνάει τώρα στη ζωγραφική του. Φαίνεται ότι τα πολύτιμα αυτά κομμάτια μιας αλλοτινής εποχής φιλτράρουν το χρώμα τους στα έργα που συνορεύουν μαζί τους στον χώρο του εργαστηρίου. Λες και ζωντάνεψαν το βράδυ, κατά την κατά Άντερσεν φαντασία και τα έβαψαν με το δικό τους τρόπο. Αποφεύγει τόσο τη φιλολογία όσο και τον εντυπωσιασμό, κρατώντας τις απαραίτητες αποστάσεις κι απ’ τα δύο, προσπαθώντας να είναι μια τέχνη σημερινή, μια ανθρώπινη κατασκευή σε ταραγμένες εποχές. Αν κάτι χαρακτηρίζει τη δουλειά του Μιχάλη Μανουσάκη από το ξεκίνημά της μέχρι σήμερα είναι ένας έντονος ανθρωπισμός, ένα ενδιαφέρον για τα ταπεινά, για το λίγο. Αγωνία για την κατάσταση του ανθρώπου και μια τέχνη που σπεύδει να πετάξει κάθε επίφαση μεγαλομανίας και εντυπωσιασμού. Ο «ανθρωπάκος» του, συνήθως μόνος στο παρελθόν, εδώ εμφανίζεται να συνυπάρχει και να συνομιλεί με έναν, ελαφρώς μικρότερο σε μέγεθος, ανθρωπάκο. Το παιδί μεγαλώνει και ένας νέος κύκλος της ζωής αρχίζει ίσως;
Ο Μανουσάκης χτίζει μια δική του πραγματικότητα, η οποία, παρά τις φαινομενικές της ομοιότητες, διατηρεί μικρή σχέση με την υπαρκτή πραγματικότητα. Ή, ίσως, μεταγράφει αυτή την τελευταία σε μια ιδεατή σφαίρα. Η θάλασσα του Μανουσάκη δεν είναι ακριβώς θάλασσα, ο ουρανός δεν είναι ουρανός, η σκιά δεν είναι σκιά. Τίποτε εδώ δεν αποτελεί αναπαράσταση της πραγματικότητας. Η βάρκα, που συναντάμε συχνά, είναι περισσότερο μια συμβολική κιβωτός προορισμένη για ένα ή δύο άτομα παρά ένα σκάφος μεταφοράς. Το δέντρο, που επίσης εμφανίζεται συχνά, αν και φορές μοιάζει επικίνδυνα με πεύκο, είναι μάλλον ένας ιδεατός σύντροφος, μια στέγη προστασίας απέναντι στον δυσοίωνο ουρανό. Ένα μεγάλο μέρος των έργων αυτής της έκθεσης αποτελείται από δίπτυχα, που αποτελούν συνήθως δύο παράλληλους κόσμους οι οποίοι συνορεύουν παράδοξα και συχνά αλληλοαναιρούνται χρωματικά ή εννοιολογικά. Σε ένα από αυτά, ο καλλιτέχνης αναιρεί μια κατεξοχήν αυθόρμητη λειτουργία της όρασης, την ηδονοβλεψία (voyeurisme). Εδώ βλέπουμε μια γυμνή γυναίκα, από κάτω, από το πιο αδιάκριτο δυνατό πόστο. Στο διπλανό τμήμα του έργου μια αντρική μορφή (μας) κοιτάζει από ψηλά ενώ κλείνει τα μάτια με την παλάμη της, για να μην βλέπει. Εδώ η άρνηση της όρασης αλλά και της ηδονοβλεψίας λειτουργεί και ως μεταφορά για τον αδιάκριτο χαρακτήρα της αναπαράστασης, της εικόνας, της τέχνης, ως προέκταση της πλατωνικής αλληγορίας του σπηλαίου. Ο Μανουσάκης μοιάζει να συνδιαλέγεται με μια σειρά καλλιτέχνες του εικοστού αιώνα. Οι Σουρρεαλιστές, ο Magritte ίσως περισσότερο απ’ όλους, μοιράζονται μαζί του τόσο την αγάπη για τις παράδοξες καταστάσεις και κατασκευή αινιγμάτων όσο και τον ίδιο τον σχολιασμό της αναπαράστασης ως ένα ψέμα (μπορούμε να θυμηθούμε πάλι το κλασικό «Ceci n’est pas une pipe» του Magritte). Φυσικά η σημασία του Marcel Duchamp ως θεμελιωτή της εννοιακής προσέγγισης στην τέχνη προβάλλεται στο έργο του Μανουσάκη. Όσοι πιστεύουν ότι η τέχνη πρέπει να προσεγγίζει ασταμάτητα την κοινωνία, την καθημερινή ζωή ή ακόμη τη μόδα και τη μαζική κουλτούρα, εδώ θα μιλήσουν για αναχρονισμό (αν και η απλότητα και οι αναφορές στα μεταπολεμικά παιχνίδια θα τους μπερδέψουν). Όσοι όμως πιστεύουν ότι η τέχνη πρέπει να είναι ένα κλειστό, προστατευμένο σύστημα το οποίο οφείλει να υπάρχει σε ένα επίπεδο ξένο προς τα κοινότοπα γεγονότα της καθημερινότητας, σε διάλογο με τη Φιλοσοφία και τη Σκέψη θα βρουν εδώ υλικό από αυτό που φτιάχνονται οι μύθοι.
Θανάσης Μουτσόπουλος