Τάσος Μισούρας

Μισούρας Τάσος

Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1963. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1981-1986) με καθηγητές τον Δημήτρη Μυταρά, τη Ρένα Παπασπύρου, τον Γιάννη Μόραλη, τον Δημήτρη Κούκο και τον Ζαχαρία Αρβανίτη. Απέσπασε υποτροφίες για όλα τα έτη των σπουδών του και αποφοίτησε με άριστα. Το 1987 συνέχισε τις σπουδές του, με υποτροφία του γαλλικού κράτους (C.R.O.U.S.), στην École nationale supérieure des Beaux-Arts στο Παρίσι (1987-1991) με καθηγητή τον Leonardo Cremonini και το 1988 απέσπασε υποτροφία του ελληνικού κράτους (Ι.Κ.Υ.) για την École nationale supérieure des Arts decoratifs του Παρισιού. Έργα του βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές εντός και εκτός Ελλάδος. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

'Εργα

Ατομικές εκθέσεις

2018

Αίθουσα Σύγχρονης Τέχνης Alma Αθήνα

2017

Fluid Frames Evripides Art Gallery Αθήνα

2015

Swab Art Fair 2015 Βαρκελώνη (Αίθουσα Σύγχρονης Τέχνης Alma)

2006

Hof & Huyser Gallery Άμστερνταμ

2006

Dream Navigator Μουσείο Φρυσίρα Αθήνα

1997

Fondation L’Estrée Ropraz

1996

Αίθουσα Τέχνης Τερρακόττα (Γκαλερί TinT) Θεσσαλονίκη

1995

Αίθουσα Τέχνης Αθηνών Αθήνα

1991

Αίθουσα Τέχνης Αθηνών Αθήνα

Κείμενο

Μέσα από το Χάος Μορφές…

Σχόλια για την πρόσφατη στροφή στο έργο του Τάσου Μισούρα

Από το Χάος ακόμη δημιουργήθηκαν το Έρεβος κι η μαύρη νύχτα. Κι απ’ τη Νύχτα γεννήθηκε ο Αιθέρας κι η Ημέρα, που τα γέννησε σμίγοντας ερωτικά με το Έρεβος. Η Γη πρώτα γέννησε τον γεμάτο αστέρια Ουρανό, ίσο με αυτήν να την καλύπτει από παντού και να είναι για πάντα ασφαλής τόπος για τους μακάριους θεούς. Και γέννησε τα ψηλά Όρη, χαριτωμένους τόπους των Νυμφών, των θεαινών που κατοικούν στα δασωμένα βουνά. […] Μετά απ’ αυτούς γεννήθηκε ο δόλιος Κρόνος, ο φοβερότερος απ’ όλους τους γιούς, που μίσησε τον θαλερό γονιό του. Και γέννησε μετά τους Κύκλωπες με την ατρόμητη καρδιά, τον Βρόντη, τον Στερόπη και τον ορμητικό Άργη, οι οποίοι έδωσαν στον Δία τη βροντή και έφτιαξαν τον κεραυνό.

Ησίοδος, «Θεογονία»

Είναι διαφορετική η τελευταία δουλειά του Τάσου Μισούρα. Οι οικείες, συνήθως γυναικείες μορφές με τα μεγάλα πρόσωπα, εμφανίζονται μέσα από ένα χαοτικό σύμπαν. Αυτό το χάος είναι άλλοτε ένα ζωγραφικό χάος, κοντά αλλά και μακριά τόσο από την αφαίρεση όσο και από την αναπαράσταση, ίσως παρόμοια με τη ζωγραφική του Turner, και άλλοτε ένα αρχιτεκτονικό χάος σαν οι μορφές να βγαίνουν από ένα ισοπεδωμένο τοπίο, μια μεταπυρηνική καταστροφή, ένα πολικό κρύο. Είναι, νομίζω, το πιο δυσοίωνο όραμα στη ζωγραφική του Μισούρα. Οι γοτθικές ατμόσφαιρες της παλιότερης δουλειάς του καλλιτέχνη, μ’ έναν παράδοξο τρόπο, παραμένουν, όμως μια ακόμη πιο χειμερινή ατμόσφαιρα υπερκαλύπτει το κλίμα του Γερμανικού Ρομαντισμού και τα παραμύθια και τα ξωτικά των παλιών έργων. Ίσως, σε μια γκροτέσκα γεωγραφική παρομοίωση, ο Μισούρας μετακινήθηκε ακόμη βορειότερα των σκανδιναβικών τοπίων προς τον πολικό βορρά….

Όμως, είναι ίσως προφανές, αυτό το δυσοίωνο κλίμα ταιριάζει γάντι με την οικτρή οικονομική και ψυχολογική κατάσταση αυτής της χώρας. Και αλλίμονο αν ένας καλλιτέχνης δεν λειτουργεί ως βαρόμετρο των κοινωνικοπολιτικών καταστάσεων του καιρού του για να πιάνει το κλίμα (Zeitgeist). Πριν δέκα περίπου χρόνια, πριν ξεσπάσει αυτή η κρίση, το Μουσείο Φρυσίρα είχε παρουσιάσει μια αναδρομική έκθεση του Μισούρα που κάλυπτε περίπου 21 χρόνια δουλειάς και συνοδευόταν από έναν ογκωδέστατο κατάλογο. Ήταν η πρώτη τέτοια παρουσίαση ενός ζωγράφου της γενιάς του Μισούρα και, απρόσμενα, γνώρισε πολύ μεγάλη αποδοχή. Οι απορίες ήταν πολλές: πώς ένας τόσο νέος ζωγράφος είχε τέτοιο σώμα δουλειάς αλλά και ανάλογη ωριμότητα; Πώς ένας Νεοέλληνας ζωγράφος με τη, συνήθη για τη γενιά του, μετεκπαίδευση στο εργαστήριο Cremonini στη Beaux-Arts στο Παρίσι απέπνεε μια τόσο σκοτεινή, βορειοευρωπαϊκή μελαγχολία; Σχετικά με το τελευταίο, ο καλλιτέχνης πάντα δήλωνε πως ποτέ δεν ένιωσε περιορισμένος από γεωγραφικούς προσδιορισμούς και πως οι αναφορές του ήταν βορειοευρωπαϊκές, γερμανικές συχνά. Σήμερα, στην εποχή της βαθιάς οικονομικής κρίσης και της γερμανικής «εποπτείας»  δεν είναι δημοφιλές να κάνει κανείς τέτοιες αναφορές όμως οφείλουμε όλοι να διαχωρίζουμε την ιστορική και πολιτισμική διάσταση. Είμαστε όλοι λίγο Γερμανοί λόγω του Μπαχ και του Μπετόβεν, του Ντίρερ και του Όττο Ντιξ. Για τον Μισούρα αυτό το βορειοευρωπαϊκό όραμα είναι πάνω απ’ όλα ζωγραφικό και φιλοσοφικό: η Μελαγχολία όπως την ορίζει εικαστικά ο Ντίρερ διαπερνά το σύνολο του έργου του. Δεν είναι μυστικό εξάλλου, και έχει αναφερθεί από μελετητές του έργου του Μισούρα, η βαθιά σχέση με τους Συμβολιστές και Προραφαηλίτες ζωγράφους του 19ου αιώνα.

Σε μια εξαιρετικά δύσκολη εποχή (γενικά) και ιδιαιτέρως για την αναπαραστατική  ζωγραφική, η οποία μεταπολεμικά γνώρισε απαξίωση και χλεύη, θυελλώδη ανταγωνισμό στο πεδίο της από τη φωτογραφία, μεταμοντέρνες παλινορθώσεις και επιστροφή στη μόδα και το χρηματιστήριο της τέχνης, εκ νέου κρίση και παραμερισμούς και, τέλος, πιο σοφά ίσως κατά τη γνώμη μας, εστίαση της στρατηγικής της σε λίγους καλλιτέχνες, οι οποίοι ζωγραφίζουν μετά από βαθιά σκέψη και προβληματισμό και προτείνουν κάποιες λύσεις, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και ακριβείς. Ξεχάστε, αν σας είναι δυνατόν, την πληροφορία ότι ο Τάσος Μισούρας θα πρέπει να καταχωρηθεί στους ζωγράφους της λεγόμενης «γενιάς του ’90» (ή μηπως του τέλους του ’80;) που σπουδάζουν με τον Γιάννη Μόραλη και τον Δημήτρη Μυταρά στην Α.Σ.Κ.Τ. και μετά κάνουν μεταπτυχιακά με τον Leonardo Cremonini στην École des Beaux-Arts στο Παρίσι. Ξεχάστε το, αν μπορείτε. Ο Μισούρας είναι μια εξαιρετικά ιδιόμορφη καλλιτεχνική περίπτωση, γεμάτη με Ετεροτοπίες (φαινομενικά μοιάζει εκτός τόπου στην μεσογειακή και πολυπολιτισμικήΑθήνα) και ίσως (δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι γι’ αυτό) Ετεροχρονίες. Στη ζωγραφική του κυριαρχεί ο ανθρωποκεντρισμός, σε τέτοιο βαθμό που σπάνια τον συναντάμε σε καλλιτέχνες της γενιάς του. Τα μουντά χρώματα (;) έκαναν πολλούς να μιλούν για «βορειοευρωπαϊκή ατμόσφαιρα». Στα τελευταία έργα του εμφανίζεται το στοιχείο του non finito, σκόπιμα ατελείωτα έργα, τα οποία δίνουν έμφαση ίσως στο κυριότερο όπλο που είχε πάντα ο Μισούρας ως ζωγράφος, στο εξαιρετικό σχέδιο.

Και μετά υπάρχουν οι μισουρικές ιδιαιτερότητες όπως η εμμονή με το ανθρώπινο πρόσωπο, το γυναικείο κυρίως. Περισσότερο από ποτέ, η πρόσφατη δουλειά του ζωγράφου εστιάζει στα πρόσωπα, τα οποία ζωγραφίζει δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με τα σώματα, ίσως για να τους δώσει ακόμη μεγαλύτερη έμφαση. Αυτά τα γυναικεία πρόσωπα, παρότι συνηθως εκτυφλωτικά όμορφα, σε κάνουν να ορκίζεσαι ότι από κάπου τα ξέρεις, τα γνωρίζεις, κάπου τα έχεις συναντήσει, δεν μπορεί παρά να ανήκουν σε αληθινό άτομο. Τα ίδια τα σώματα  διαστρέφονται, παραμορφώνονται, λυγίζουν, στρίβουν, ακροβατούν σε μια παρά φύσει ισορροπία. Μια άλλη μισουρική ζωγραφική ιδιατερότητα είναι οι δυσαναλογίες στην κλίμακα μεταξύ των πρωταγωνιστών των συνθέσεών του. Οι φιγούρες, μ’ έναν τελείως παράδοξο τρόπο, μεγαλώνουν και μικραίνουν. Ο καλλιτέχνης μοιάζει να ζωγραφίζει εδώ και είκοσι χρόνια τη δική του εκδοχή της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων» για ενηλίκους, σκοτεινή και γοτθική. Ένας ζωγραφικός Tim Burton για σοβαρούς θεατές. Η ατμόσφαιρα, τα σκηνικά και τα κοστούμια, τρόπον τινά, άλλοτε μοιάζουν με ελισαβετιανές μπαρόκ συνθέσεις και άλλοτε παραπέμπουν σε κάτι εφιαλτικά σύγχρονο.

Τα τελευταία χρόνια ο Μισούρας μπλέκει στη δουλειά του στοιχεία, φαινομενικά, άσχετα με το ζωγραφικό πλάνο, εμβόλιμα, ένθετα «συννεφάκια», αναφορές πιθανόν στα κόμικς ή στα μηχανολογικά σχέδια.  Άλλο καινούργιο στοιχείο στην τελευταία περίοδο του ζωγράφου είναι η παρουσία λέξεων, είτε ως επιγραφές σε κτίρια της σύνθεσης, είτε κατ’ ευθείαν πάνω στην επιφάνεια, εμβόλιμα όπως τα συννεφάκια που λέγαμε παραπάνω. Αυτά τα νέα στοιχεία φέρνουν τον έλληνα καλλιτέχνη πιο κοντά στους ζωγραφικούς προβληματισμούς του καλιφορνέζου Robert Williams και του περιοδικού του «Juxtapoz» αλλά και τη βορειοευρωπαϊκή και ανατολική (με την έννοια του τέως «ανατολικού μπλοκ») ζωγραφική του Γερμανού Neo Rauch. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τάσος Μισούρας είναι ένας καλλιτέχνης που εξελίσσεται. Δεν  έχω καμιά αμφιβολία ότι θα συνεχίσει να εξελίσσεται. Και έχω μεγάλη αγωνία προς ποια κατεύθυνση θα ’ναι αυτή η εξέλιξη…

 

Θανάσης Μουτσόπουλος
* Από τον κατάλογο της έκθεσης του Τάσου Μισούρα «Fluid Frames», Evripides Art Gallery, Αθήνα, 2017.