Ηλίας Παπανικολάου

Παπανικολάου Ηλίας

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1974. Σπούδασε Ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με καθηγητή τον Νίκο Κεσσανλή (1991-1996). Έχει κάνει εικονογραφήσεις ποιητικών συλλογών, εξωφύλλων κ.ά. Έχουν δημοσιευτεί πολλά κείμενά του σχετικά με την τέχνη. Το 2014 ξεκίνησε συνεργασία με τη θεατρική ομάδα «Σημείο Μηδέν» για σκηνικά, κοστούμια των παραστάσεων, με πρώτη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου. Έργα του βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές: Α.Σ.Κ.Τ., Δημoτική Πινακοθήκη Πατρών, Δημοτική Πινακοθήκη Καλαμάτας, Δημοτική Πινακοθήκη Αγρινίου, Πινακοθήκη Μοσχανδρέου, Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος, Αττικό Μετρό, Εταιρεία Heineken, Μουσείο Κοπελούζου, Μουσείο Βορρέ, συλλογή του Αμερικανού σκηνοθέτη Oliver Stone, συλλογή Λογοθέτη, συλλογή Δράκου, συλλογή Καρέλια και σε πολλές άλλες συλλογές εντός και εκτός Ελλάδος.  Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

'Εργα

Ατομικές εκθέσεις

2024

Open Window Εικαστικός Κύκλος ΔΛ Αθήνα

2024

spectacular environments Καφέ του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Αθήνα (επιμέλεια: Αιμιλία Κουγιά)

2019

Silence Museum Εικαστικός Κύκλος ΔΛ Αθήνα

2018

Παραναγνώσεις Πινακοθήκη Γρηγοριάδη Νέο Ηράκλειο

2016

«Η Ευτοπία» του ζωγράφου Ηλία Παπανικολάου Πολυχώρος «Ευτοπία» Αθήνα

2015

Στο ταξίδι της γραμμής Εικαστικός Κύκλος Sianti Αθήνα

2015

Poetic Wall Αίθουσα Τέχνης Μεταμόρφωσις Θεσσαλονίκη

2013

Ποιητικές διαδρομές Σταθμό Μετρό Συντάγματος Αθήνα

2013

Στο πεζούλι της παιδικότητας Αίθουσα Τέχνης Μεταμόρφωσις Θεσσαλονίκη

2013

Στον χορό της πινελίτσας Γκαλερί Cube Πάτρα

2013

Η πόζα της πευκοβελόνας Αίθουσα Τέχνης Καπλανών 5 Αθήνα

2011

Στ’ αεράκι απάνω ... Γκαλερί Cube Πάτρα

2011

Ζωγραφικά σονέτα Χώρος Τέχνης Μελάνυθρος Αθήνα

2009

Ενατένιση Αίθουσα Τέχνης Αστρολάβος Αθήνα

2006

Παγκοσμιοποίηση Titanium Yiayiannos Gallery Αθήνα

2000

Καπνίζετε; Γκαλερί Ζουμπουλάκη Αθήνα

1996

Πάρτε ένα σπιρτόκουτο μνήμης Artio Gallery Αθήνα

Κείμενο

Η πολυώνυμη εικόνα

Στην πρόσφατη ενότητα των ζωγραφικών του έργων, ο Ηλίας Παπανικολάου σχεδιογραφεί και χρωματίζει τις αρθρώσεις µιας απέριττα εμφανιζόμενης, αλλά πολυώνυμης εικόνας, που συναρµόζει διαλεκτικά τις αντιπαραθέσεις της και συντονίζει ρυθµικά τις παραλογές της, όπως αυτές λειτουργούν στα δηµοτικά τραγούδια. Με τη λεπταισθησία του «είναι» των πραγμάτων και µέσα από τις ριπές ενός ελαφρού ανέµου ή κάποιας αύρας µεσογειακής, τα τοπία του ζωγράφου απεικάζουν θέσεις και πράξεις, ενέργειες και καταστάσεις ενός σκηνικού που απαρτίζεται από στιγµές ζωής. Μιας ζωής, που συγχρωτίζει τις ψηφίδες της, αποτελούµενες από οπτικές προσλαµβάνουσες και ταυτοχρόνως υποψίες του ορατού, διαµορφώνοντας µια αφηγηµατική πλοκή, που «γράφει» τα ερωτηματικά και τα αποσιωπητικά της ανάµεσα στο φως και στο σκοτάδι, στις εγγύτητες και στις αποστάσεις, στις νοσταλγίες και στην ρέµβη, στις µετέωρες κινήσεις και στις απροσδόκητες στάσεις µιας σειράς όψεων του βίου και περιστατικών, που συνήθως λανθάνουν κι από αυτό ακόµα το εφήµερο.

Με σχεδιοµορφές και µοτίβα που ποικίλουν, µε πλακάτα χρώµατα κι αλλού πινελιές που θυµίζουν τεχνικές της χαρακτικής, ο Ηλίας Παπανικολάου µορφοποιεί σαν ιδεογράµµατα σχεδόν τα σχήµατά του, στήνοντας προγεφυρώµατα ανάµεσα στους εξωτερικούς χώρους και στα εσωτερικά των σπιτιών κάποιων δικών του παραθαλάσσιων πολιτειών. Στα ξέφωτά τους, κατά τις ώρες του θέρους ή το εσπέρας, µορφοποιούνται κορµοί δέντρων µε ενσωµατωµένη την αντιδιαστολή στην αυθαιρεσία ζωής που υπάρχει στις ρίζες τους. Τα κλαδιά των φυλλωµάτων µετατρέπονται σε µετωνυµίες των διακλαδώσεων µιας ξαφνικής αστραπής και τα ταξίδια των νεφελωµάτων του ουρανού θαρρείς και απαντούν ρυθµικά στα δροµολόγια των κυµάτων της θάλασσας, εκεί όπου ένα µακρινό πλεούµενο µεταµορφώνεται σε νησί και µια βάρκα µετουσιώνεται σε έναν ενάλιο χαρταετό ή σε κάποιο ξεχασµένο πέδιλο στην παραλία. Από την άλλη πλευρά, οι διαβαθµίσεις των χρωµατικών τόνων και τα περάσµατα της µιας επιφάνειας στην άλλη, σαν επάλληλες και φωταυγείς ταινίες που αφήνουν διάφανα τα υποστρώµατά τους, διαµορφώνουν ένα παιχνίδι εικονισµού σ’ αυτά τα έργα, όπου οι φιγούρες –σαν ηµίτοµα σχήµατα– επιδοτούν τις συµβιωτικές αντιφάσεις χρόνων και τόπων, επιµερισµών και αλληλουχίας, χωρίς να αίρεται η συνισταµένη των συντονιζόµενων αυτονοµιών τους.

Το σχέδιο εννοιοδοτεί το χρώµα και η ελλειπτική αφαίρεση την ποιητική πνοή αυτών των έργων, στα οποία πρωτοστατεί η συνύπαρξη µε ταυτόχρονη την υπονόµευση ή την αναίρεση που δηµιουργεί ο καλλιτέχνης ανάµεσα στις δύο και στις τρεις διαστάσεις των µορφών και του πεδίου απεικόνισης. Είναι άραγε οι φιγούρες, ιχνοθεσίες επί χάρτου; Είναι εντυπώµατα; Απολιθώµατα; Είναι ή γίνονται οι µορφές ιδεογράµµατα της ογκοπλασίας τους, καθώς µάλιστα συνδυάζουν την απτότητα µε την οπτική τους αληθοφάνεια; Πόσο είναι ασφαλής αυτή η αληθοφάνεια, όταν η εγγύτητα εναλλάσσεται την ίδια στιγµή µε την απόσταση κι όταν ο καλλιτέχνης άλλοτε υψώνει τον ορίζοντα και πότε τον χαµηλώνει στην ίδια συνήθως εικαστική σύνθεση;

Το βλέµµα του θεατή, µε την αύρα που ελκύεται από κάθε έργο και έλκει την διάθεσή του να αγγίξει και να αµφισβητήσει, να νοσταλγήσει και να διερωτηθεί, µετουσιώνεται θαρρείς στην αβρότητα µιας χειρονοµίας αναψηλάφησης και παρείσφρησης στα µύχια της εικόνας, στα παρελκόµενα και στα παραλειπόµενά της. Κατοπτεύει τα προκείµενα και άλλοτε τα αντικρίζει µέσα από την παράδοξη µετωπικότητά τους, ερχόµενος ο θεατής σε επαφή µε την συνεκτικότητα µιας ασυνέχειας που παρουσιάζουν τα τεκταινόµενα επεισόδια, όπως εκείνα που εµφανίζει στην φυσική επιστήµη η κυµατική ροή. Άλλωστε αυτή είναι που γεννά την διάθεση να ενεργοποιεί ο θεατής όλες του τις αισθήσεις, απασφαλίζοντας από την άλλη πλευρά κάθε εκλογικευµένη του βεβαιότητα.

Ο Ηλίας Παπανικολάου, εκτός της εικαστικής διαλεκτικής που αναπτύσσει µε τους διάφορους τύπους και τρόπους της προοπτικής, εκτός επίσης της περιεκτικής και υποβλητικής ελλειπτικότητας των σχεδιοµορφών του και της ιδιαιτερότητας χειρισµού των χρωµάτων του, συνδυάζει και µεταπλάθει στοιχεία αντληµένα από την αρχαία ζωγραφική (των ληκύθων, αλλά και των Ποµπηιανών τοιχογραφιών), από την στρωµατογραφία της βυζαντινής εικόνας, από το θέατρο σκιών, από την ζωγραφική του Matisse, του Cézanne, του Dufy, του Chagall, αλλά και των γιαπωνέζικων χαρακτικών, αποκαλύπτοντας µια µετουσιωτική νέα και προσωπικά δική του «Ονείρων Πόλη». Μια πόλη αστική και παραθαλάσσια, µυθική και καθηµερινή, µε εσωτερικευµένα τα συγκρουσιακά της στοιχεία, τις ποικιλοµορφίες και τα ρυθµικά της σχήµατα να συντονίζονται στην επιφάνεια καθώς θάλλουν µε απροσδόκητη ευφροσύνη.

Αυτή η πόλη ως τοπίο και το τοπίο ως σωµατοποίηση µιας ψυχοδυναµικής πολιτείας, αιγλοβολεί τα µουσικά σχεδόν σηµαδόφωνά της, καθώς η µια «ιστορία» της περνά µέσα στην άλλη, σ’ ένα χρονολόγιο ανοχύρωτων εκδοχών. Η ίδια εντέλει η αφηγηµατική πλοκή, είναι εκείνη που σ’ αυτά τα έργα, κατοπτρίζει τις νοσταλγίες και τις προσδοκίες του θεατή, λύνοντας και την ίδια στιγµή δένοντας τους αρµούς των δικτυώσεών της, χωρίς να καθηλώνεται σε κανέναν ρεαλιστικό προσδιορισµό, αφ’ ης στιγµής η κάθε εικόνα λειτουργεί φαντασιωτικά. Στη θέση των προσδιορισµών, ο ζωγράφος αφήνει να αναβλύζει η γοητεία του πιθανού. Εκείνου που παρήλθε κι αυτού που µέλλεται, όπως θα µπορούσε να συµβεί σε έναν υποθετικό συγκερασμό του παρακείµενου µε τον υπερσυντέλικο, σε χρόνο όµως παρουσίας κάποιου ενεστώτα, που εκφέρεται µέσα από ένα κρυµµένο ή αιωρούµενο επιφώνηµα. Αυτού του είδους η ζωγραφική άλλωστε, απεικονίζει τους καταλυτικούς τρόπους για να εκκολαφθεί από την εικόνα και τις διάφορες εικασίες της πραγµατικότητας, τι άλλο, παρά ένα σύνθετο κι ίσως αντιφατικό επιφώνημα λαχτάρας και δέους, σαν εκείνο που µπορεί κανείς να αισθανθεί όχι στο νήµα της στάθµης, αλλά στην ίδια την ταλάντωση του εκκρεµούς, πριν απ’ το σηµείο της ακινησίας του.

 

Αθηνά Σχινά
Κριτικός και Ιστορικός Τέχνης
* Από τον κατάλογο της έκθεσης του Ηλία Παπανικολάου «Ζωγραφικά σονέτα», Χώρος Τέχνης Μελάνυθρος, Αθήνα, 2011.