Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1992-1998) με καθηγητή τον Δημήτρη Μυταρά. Το 1998 συμμετείχε στο πρόγραμμα Erasmus στην École nationale supérieure des Beaux-Arts στο εργαστήριο του Vladimir Velickovic. Από το 2001 έως το 2009 συνεργάστηκε με την Ομάδα Τέχνης «Σημείο». Το 2010 κέρδισε το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για νέο ζωγράφο κάτω των 40 ετών. Κατά την περίοδο 2010-2011 διέμενε και εργαζόταν στη Cité internationale des arts Paris στη Γαλλία. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα και στο Βερολίνο.
Αντώνης Στάβερης
'Εργα
Ατομικές εκθέσεις
2024
ενδιάμεσα •
Γκαλερί Σκουφά•
Αθήνα•
(επιμέλεια: Γιώργος Μυλωνάς)•
2022
In color •
Δημοτικό Σχολείο, Υστέρνια•
Τήνος•
2017
Ζωγραφική •
Φουγάρο•
Ναύπλιο•
2017
Αλλόκοτη χλωρίδα της μνήμης •
16 Φωκίωνος Νέγρη•
Αθήνα•
(επιμέλεια: Ελισάβετ Σακαρέλη)•
2013
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
2009
Χώρος Τέχνης «24»•
Αθήνα•
2006
Αίθουσα Τέχνης Έψιλον Ρόζυ Οικονομίδου•
Θεσσαλονίκη•
2005
Ζωγραφική 2002-2005 •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου •
Αθήνα•
2002
Ζωγραφική •
Αίθουσα Τέχνης Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου•
Αθήνα•
2024
2022
2017
2017
2013
2009
2006
2005
2002
Κείμενο
Ο Στάβερης και το τραγούδι του χρώματος
Les houles, en roulant les images des cieux,
Mêlaient d’une façon solennelle et mystique
Les tout-puissants accords de leur riche musique
Aux couleurs du couchant reflété par mes yeuxCh. Baudelaire, “La Vie Antérieure”
Τη ζωγραφική τη βιώνουμε είτε μέσω του βλέμματος, όταν αρκούμαστε στη θεματολογία της παράστασης, είτε μέσω της συγκίνησης, όταν αποδεσμευμένοι από το θέμα προχωρούμε προς απώτερες μυστικές επικράτειες. Κι ενώ ο ήχος μπορεί να εγγραφεί στη σκέψη ως χρόνος, διερωτώμαι πώς αντιλαμβανόμαστε διανοητικά το χρώμα: ως τόπο ή ως αίσθηση; Επειδή η ζωγραφική γίνεται με χρώματα, αν σκεφτόμαστε την ύλη της ως τόπο, τότε η πρόσληψή της αρκείται σε ένα απλό βίωμα του βλέμματος. Αν πάλι την προσλαμβάνουμε ως αίσθηση, τότε η ζωγραφική εμπειρία γίνεται συγκινησιακή περιπέτεια που μας ανοίγει την αυλαία μιας πνευματικής μέθεξης.
Ο Matisse φιλοδοξούσε να πετύχει το εικαστικό τραγούδι. Πώς, όμως, είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο –όχι βέβαια κατά κυριολεξία– χωρίς η δήλωση αυτή να αποτελεί μια παφλάζουσα ωραιολογία; Ίσως μπορούμε να το ανιχνεύσουμε παρατηρώντας τους μεγάλους κολορίστες. Από τον Velásquez μέχρι τον Monet, τον Bonnard και τον Matisse, οι ζωγράφοι αυτοί επιτρέπουν στο χρώμα να λειτουργήσει αυτόνομα. Το χρώμα δεν παρακολουθεί την όποια φλυαρία του σχεδίου. Οι κολορίστες με ελεγχόμενες αυθαιρεσίες, που επιτρέπουν την οπτική διόρθωση, επιζητούν τη συμμετοχή του θεατή, αναπτύσσοντας μαζί του έναν μυστικό διάλογο μουσικών συμβόλων.
Στη χώρα μας οι ζωγράφοι του χρώματος φαίνεται ότι είναι η εξαίρεση. Ίσως γιατί η ελληνική φύση διαθέτει άπλετο φως· και το φως απορροφά όλες τις αποχρώσεις. Τα μεσημέρια του καλοκαιριού τα χρώματα εξαερίζονται από τον πυρακτωμένο ήλιο. Ξαναβρίσκουν, όμως, τη δροσιά και την ποικιλία των αποχρώσεών τους το απόγευμα και το δειλινό. Οι νύχτες παίρνουν μια μυστηριακή, μεταφυσική διάσταση. Γίνονται λαμπρές και διάφανες και τα χρώματα ηπιότερα. Αποκτούν ένα εύπλαστο μυστήριο.
Ο Αντώνης Στάβερης είναι ιεροφάντης του χρωστήρα. Τα αστικά τοπία του, ημερήσια ή νυχτερινά, καταυγάζουν από τη λαμπρότητα των κροκάτων κίτρινων, τη μέθη των πυρακτωμένων πορφυρών, την ένταση του λαζουρίτη. Γνωστές ή άγνωστες αθηναϊκές απόψεις μετουσιώνονται από την ένταση ενός χρωματικού κρεσέντο, σαν το allegro ενός μουσικού κονσέρτου. Ο ζωγράφος, γνωρίζοντας ότι το χρώμα είναι η πεμπτουσία της ζωγραφικής, απλοποιεί τα σχήματα, επιτρέποντας σε αυτό να επιδείξει αυτόνομα τη δύναμή του. Τα αθηναϊκά τοπία μετουσιώνονται σε σκηνικά από άγνωστες όπερες, όπου το φως λούζει με έναν μεταφυσικό χρωστήρα γη και ουρανό. Ενώ σχεδόν παντού υπάρχει κάποια ανθρώπινη παρουσία, είναι ο χώρος που κανοναρχεί. Το αστικό τοπίο δημιουργεί την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα μιας υψηλής μουσικής κλίμακας, όπου ο ανθρώπινος παράγοντας κρατά τις χαμηλές νότες.
Τη δύσθυμη ατμόσφαιρα του αθηναϊκού τοπίου του καιρού μας προβάλλει ο Στάβερης, αναδεικνύοντας την ψυχολογία της κοινωνίας μας με το να παρουσιάζει όχι τόσο τους ανθρώπους όσο κυρίως το αστικό σκηνικό, όπου αντανακλάται πιο έντονα η εσωτερική τους μελαγχολία.
Νίκος Αλ. Μηλιώνης